ENΩ Η ΥΦΕΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΛΟ KAI BAΘΥΤΕΡΗ
Του Ηλία Ιωακείμογλου στην Εποχή
Κρίσιμης σημασίας προϋπόθεση για την επιτυχία της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης είναι η μείωση των εγχωρίων τιμών. Αυτή η μείωση εξάλλου είναι και ο κυριότερος διακηρυγμένος στόχος της πολιτικής αυτής, η οποία θα επιτύγχανε, υποτίθεται, χάρη στη μείωση των τιμών, την αύξηση των καθαρών εξαγωγών, την αύξηση της συνολικής ζήτησης, του ΑΕΠ και της απασχόλησης.
Στην Ελλάδα, όμως, η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης αποτυγχάνει, εκτός των άλλων και σε αυτό το σημείο: οι τιμές δεν μειώθηκαν στη διάρκεια των τριών πρώτων ετών της εσωτερικής υποτίμησης (ακόμη και εάν αφαιρέσουμε από αυτές την επίδραση που είχαν οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων). Κι αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μειώθηκε. Σε τι οφείλεται, όμως, αυτή η αποτυχία;
Πρώτη αιτία η ύφεση
Προβάλλονται, συνήθως, επιχειρήματα που αφορούν σε δευτερεύουσες ή ασήμαντες πλευρές των αγορών προϊόντων, όπως οι αμοιβές των μηχανικών, των δικηγόρων και άλλων «κλειστών« επαγγελμάτων, η αγορά του γάλακτος σε σκόνη για βρέφη, η αγορά ενοικίασης αυτοκινήτων και όλα τα παρόμοια, αλλά και σημαντικότερες πλευρές του ανταγωνισμού, όπως το ολιγοπώλιο στα καύσιμα, για το οποίο παραμένει ζητούμενο αν μπορεί να γίνει κάτι για να αντιμετωπιστεί (αφού δύο μόνον εταιρείες ελέγχουν το 70% της αγοράς).
Προβάλλονται, ακόμη, και επιχειρήματα σχετικά με τις δυσλειτουργίες του δημοσίου, αλλά και της αγοράς εργασίας, που δημιουργούν εμπόδια στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αρθούν με ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση των κρατικών ρυθμίσεων και του θεσμικού πλαισίου των αγορών εργασίας.
Στην πραγματικότητα, το πρώτο εμπόδιο στην μείωση των τιμών είναι η ίδια η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, επειδή οδηγεί την οικονομία σε βαθύτατη ύφεση και συνεπώς σε αποεπένδυση.
Τι σημαίνει αυτό; ΄Οτι το συνολικό επενδεδυμένο πάγιο κεφάλαιο της ελληνικής οικονομίας (το καθαρό απόθεμα παγίου κεφαλαίου) μειώνεται. Οι καθαρές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου του ιδιωτικού τομέα ήταν σχεδόν μηδενικές το 2010 και αρνητικές κατά το 2011-2012. Πρόκειται για μείωση του εγκατεστημένου παραγωγικού δυναμικού της χώρας. Αυτό έχει επίπτωση στις τιμές.
Η μείωση μισθών γίνεται αύξηση κερδών
Οι επιχειρήσεις, έχει παρατηρηθεί, αλλάζουν τις τιμές τους ανάλογα με το ποσοστό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού: δηλαδή, όσο περισσότερο είναι το παραγωγικό δυναμικό που δεν χρησιμοποιούν, τόσο περισσότερο ενδιαφέρονται να αυξήσουν τις πωλήσεις τους κρατώντας σταθερές τις τιμές, και αντιστρόφως, όσο λιγότερο είναι το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό τους, τόσο περισσότερο τείνουν να αυξήσουν τις τιμές. ‘Όταν υπάρχει αποεπένδυση, όμως, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα εξαιτίας της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, μειώνεται το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό, είτε επειδή κλείνουν ολόκληρες μονάδες παραγωγής, είτε επειδή σταματάει η λειτουργία κάποιων τμημάτων ή γραμμών παραγωγής. Τείνουν έτσι οι επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές τους ή να μην τις μειώσουν.
Η οικονομία βρίσκεται παγιδευμένη σε μια κατάσταση ύφεσης, αποεπένδυσης, μειούμενου αχρησιμοποίητου παραγωγικού δυναμικού, αυξητικών τάσεων των τιμών και των περιθωρίων κέρδους. Ολόκληρη δε η μείωση των μισθών μετατρέπεται σε αύξηση των κερδών. Τυπική περίπτωση αποτελεί ο κλάδος τροφίμων και ποτών, για τον οποίο καταγράφεται για τα χρόνια 2010-2012 μείωση της ζήτησης που του απευθύνεται, πλην όμως και σταθερότητα στο βαθμό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού, με αποτέλεσμα να μη μειώνονται οι τιμές.
Ο ατελής ανταγωνισμός
Πιο αναλυτικά, τα πράγματα έχουν ως εξής: Στην Ελλάδα, υπάρχει σειρά αγορών ατελούς ανταγωνισμού (με ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά), είτε επειδή πρόκειται για παραγωγή υπηρεσιών σχετικά προστατευμένων από το διεθνή ανταγωνισμό, καθώς είναι υπηρεσίες που παράγονται και καταναλώνονται εγχωρίως, είτε επειδή οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επιτύχει ικανοποιητική διαφοροποίηση των προϊόντων τους έναντι των εισαγομένων, είτε επειδή το μέγεθος της εγχώριας αγοράς είναι περιορισμένο για ορισμένα προϊόντα, για τα οποία η τεχνολογία επιβάλλει να παράγονται από μεγάλες μονάδες παραγωγής.
Σε συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού, η παρατεταμένη και βαθιά ύφεση, σαν και αυτή που έχουμε στην Ελλάδα, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε μειώσεις των τιμών. Εάν υπάρχουν μερικές επιχειρήσεις που ηγεμονεύουν σε μια ολιγοπωλιακή αγορά και καθορίζουν τιμές τις οποίες ακολουθούν οι άλλες επιχειρήσεις του κλάδου, μια αρχική μείωση των τιμών από τις ηγεμονικές επιχειρήσεις γενικεύεται και μετατρέπεται πολύ σύντομα σε γενική μείωση τιμών που αφήνει άθικτη τη σχετική ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων (δηλαδή τα μερίδια αγοράς που κατέχουν), πλην όμως μειώνει τα έσοδά τους. Κρίνουν, λοιπόν, περισσότερο συμφέρον οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα να μη μειώσουν τις τιμές τους, αλλά να δεχθούν μια αναλογική μείωση των πωλήσεών τους και το κλείσιμο ορισμένων γραμμών παραγωγής ή τμημάτων τους1 -που συνοδεύονται από απολύσεις, αποεπένδυση και αύξηση του βαθμού χρησιμοποίησης του εγκατεστημένου παραγωγικού δυναμικού.
Η έλλειψη ρευστότητας
Στην ίδια κατεύθυνση διατήρησης των τιμών σε υψηλά επίπεδα συντείνει, πιθανότατα, η δραματική έλλειψη ρευστότητας που αντιμετωπίζουν ορισμένες επιχειρήσεις κατά τα τελευταία έτη, και η οποία εμφανίζεται στη βραχυχρόνια διάρκεια ενδεχομένως ως το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Εάν αυτό συμβαίνει, οι επιχειρήσεις αυτές τείνουν να μετατρέπουν το όφελος από τη μείωση του κόστους εργασίας σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους. Θα πρέπει, τέλος, σε αυτά να προσθέσουμε και το πρόβλημα της μεγάλης εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες, των οποίων οι τιμές κατά τα τελευταία έτη έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Η τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις εφαρμόζουν δογματικά μια πολιτική, την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, η οποία θέτει εμπόδια, αυτή η ίδια, στην επίτευξη του σημαντικότερου διακηρυγμένου στόχου της που είναι η μείωση των τιμών. Από αυτή την άποψη, είναι μια αποτυχημένη πολιτική. Εάν, όμως, ο πραγματικός, άδηλος, στόχος της είναι η συντριβή των δυνάμεων της εργασίας, τότε είναι μια επιτυχημένη ταξική πολιτική.
Σημείωση
1. Εφόσον οι επιχειρήσεις υιοθετούν μια τέτοια στάση, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι εκτιμούν πως η ζήτηση είναι αρκετά ανελαστική, δηλαδή ότι η μείωση των τιμών δεν θα προκαλέσει μεγάλη αύξηση της ζήτησης. Αυτή είναι μια πολύ λογική παραδοχή σε συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, όταν το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται δραματικά.
Πηγή: epohi.gr
Του Ηλία Ιωακείμογλου στην Εποχή
Κρίσιμης σημασίας προϋπόθεση για την επιτυχία της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης είναι η μείωση των εγχωρίων τιμών. Αυτή η μείωση εξάλλου είναι και ο κυριότερος διακηρυγμένος στόχος της πολιτικής αυτής, η οποία θα επιτύγχανε, υποτίθεται, χάρη στη μείωση των τιμών, την αύξηση των καθαρών εξαγωγών, την αύξηση της συνολικής ζήτησης, του ΑΕΠ και της απασχόλησης.
Στην Ελλάδα, όμως, η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης αποτυγχάνει, εκτός των άλλων και σε αυτό το σημείο: οι τιμές δεν μειώθηκαν στη διάρκεια των τριών πρώτων ετών της εσωτερικής υποτίμησης (ακόμη και εάν αφαιρέσουμε από αυτές την επίδραση που είχαν οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων). Κι αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μειώθηκε. Σε τι οφείλεται, όμως, αυτή η αποτυχία;
Πρώτη αιτία η ύφεση
Προβάλλονται, συνήθως, επιχειρήματα που αφορούν σε δευτερεύουσες ή ασήμαντες πλευρές των αγορών προϊόντων, όπως οι αμοιβές των μηχανικών, των δικηγόρων και άλλων «κλειστών« επαγγελμάτων, η αγορά του γάλακτος σε σκόνη για βρέφη, η αγορά ενοικίασης αυτοκινήτων και όλα τα παρόμοια, αλλά και σημαντικότερες πλευρές του ανταγωνισμού, όπως το ολιγοπώλιο στα καύσιμα, για το οποίο παραμένει ζητούμενο αν μπορεί να γίνει κάτι για να αντιμετωπιστεί (αφού δύο μόνον εταιρείες ελέγχουν το 70% της αγοράς).
Προβάλλονται, ακόμη, και επιχειρήματα σχετικά με τις δυσλειτουργίες του δημοσίου, αλλά και της αγοράς εργασίας, που δημιουργούν εμπόδια στον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αρθούν με ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση των κρατικών ρυθμίσεων και του θεσμικού πλαισίου των αγορών εργασίας.
Στην πραγματικότητα, το πρώτο εμπόδιο στην μείωση των τιμών είναι η ίδια η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, επειδή οδηγεί την οικονομία σε βαθύτατη ύφεση και συνεπώς σε αποεπένδυση.
Τι σημαίνει αυτό; ΄Οτι το συνολικό επενδεδυμένο πάγιο κεφάλαιο της ελληνικής οικονομίας (το καθαρό απόθεμα παγίου κεφαλαίου) μειώνεται. Οι καθαρές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου του ιδιωτικού τομέα ήταν σχεδόν μηδενικές το 2010 και αρνητικές κατά το 2011-2012. Πρόκειται για μείωση του εγκατεστημένου παραγωγικού δυναμικού της χώρας. Αυτό έχει επίπτωση στις τιμές.
Η μείωση μισθών γίνεται αύξηση κερδών
Οι επιχειρήσεις, έχει παρατηρηθεί, αλλάζουν τις τιμές τους ανάλογα με το ποσοστό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού: δηλαδή, όσο περισσότερο είναι το παραγωγικό δυναμικό που δεν χρησιμοποιούν, τόσο περισσότερο ενδιαφέρονται να αυξήσουν τις πωλήσεις τους κρατώντας σταθερές τις τιμές, και αντιστρόφως, όσο λιγότερο είναι το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό τους, τόσο περισσότερο τείνουν να αυξήσουν τις τιμές. ‘Όταν υπάρχει αποεπένδυση, όμως, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα εξαιτίας της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, μειώνεται το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό, είτε επειδή κλείνουν ολόκληρες μονάδες παραγωγής, είτε επειδή σταματάει η λειτουργία κάποιων τμημάτων ή γραμμών παραγωγής. Τείνουν έτσι οι επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές τους ή να μην τις μειώσουν.
Η οικονομία βρίσκεται παγιδευμένη σε μια κατάσταση ύφεσης, αποεπένδυσης, μειούμενου αχρησιμοποίητου παραγωγικού δυναμικού, αυξητικών τάσεων των τιμών και των περιθωρίων κέρδους. Ολόκληρη δε η μείωση των μισθών μετατρέπεται σε αύξηση των κερδών. Τυπική περίπτωση αποτελεί ο κλάδος τροφίμων και ποτών, για τον οποίο καταγράφεται για τα χρόνια 2010-2012 μείωση της ζήτησης που του απευθύνεται, πλην όμως και σταθερότητα στο βαθμό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού, με αποτέλεσμα να μη μειώνονται οι τιμές.
Ο ατελής ανταγωνισμός
Πιο αναλυτικά, τα πράγματα έχουν ως εξής: Στην Ελλάδα, υπάρχει σειρά αγορών ατελούς ανταγωνισμού (με ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά), είτε επειδή πρόκειται για παραγωγή υπηρεσιών σχετικά προστατευμένων από το διεθνή ανταγωνισμό, καθώς είναι υπηρεσίες που παράγονται και καταναλώνονται εγχωρίως, είτε επειδή οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επιτύχει ικανοποιητική διαφοροποίηση των προϊόντων τους έναντι των εισαγομένων, είτε επειδή το μέγεθος της εγχώριας αγοράς είναι περιορισμένο για ορισμένα προϊόντα, για τα οποία η τεχνολογία επιβάλλει να παράγονται από μεγάλες μονάδες παραγωγής.
Σε συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού, η παρατεταμένη και βαθιά ύφεση, σαν και αυτή που έχουμε στην Ελλάδα, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε μειώσεις των τιμών. Εάν υπάρχουν μερικές επιχειρήσεις που ηγεμονεύουν σε μια ολιγοπωλιακή αγορά και καθορίζουν τιμές τις οποίες ακολουθούν οι άλλες επιχειρήσεις του κλάδου, μια αρχική μείωση των τιμών από τις ηγεμονικές επιχειρήσεις γενικεύεται και μετατρέπεται πολύ σύντομα σε γενική μείωση τιμών που αφήνει άθικτη τη σχετική ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων (δηλαδή τα μερίδια αγοράς που κατέχουν), πλην όμως μειώνει τα έσοδά τους. Κρίνουν, λοιπόν, περισσότερο συμφέρον οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα να μη μειώσουν τις τιμές τους, αλλά να δεχθούν μια αναλογική μείωση των πωλήσεών τους και το κλείσιμο ορισμένων γραμμών παραγωγής ή τμημάτων τους1 -που συνοδεύονται από απολύσεις, αποεπένδυση και αύξηση του βαθμού χρησιμοποίησης του εγκατεστημένου παραγωγικού δυναμικού.
Η έλλειψη ρευστότητας
Στην ίδια κατεύθυνση διατήρησης των τιμών σε υψηλά επίπεδα συντείνει, πιθανότατα, η δραματική έλλειψη ρευστότητας που αντιμετωπίζουν ορισμένες επιχειρήσεις κατά τα τελευταία έτη, και η οποία εμφανίζεται στη βραχυχρόνια διάρκεια ενδεχομένως ως το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Εάν αυτό συμβαίνει, οι επιχειρήσεις αυτές τείνουν να μετατρέπουν το όφελος από τη μείωση του κόστους εργασίας σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους. Θα πρέπει, τέλος, σε αυτά να προσθέσουμε και το πρόβλημα της μεγάλης εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες, των οποίων οι τιμές κατά τα τελευταία έτη έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Η τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις εφαρμόζουν δογματικά μια πολιτική, την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, η οποία θέτει εμπόδια, αυτή η ίδια, στην επίτευξη του σημαντικότερου διακηρυγμένου στόχου της που είναι η μείωση των τιμών. Από αυτή την άποψη, είναι μια αποτυχημένη πολιτική. Εάν, όμως, ο πραγματικός, άδηλος, στόχος της είναι η συντριβή των δυνάμεων της εργασίας, τότε είναι μια επιτυχημένη ταξική πολιτική.
Σημείωση
1. Εφόσον οι επιχειρήσεις υιοθετούν μια τέτοια στάση, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι εκτιμούν πως η ζήτηση είναι αρκετά ανελαστική, δηλαδή ότι η μείωση των τιμών δεν θα προκαλέσει μεγάλη αύξηση της ζήτησης. Αυτή είναι μια πολύ λογική παραδοχή σε συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, όταν το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται δραματικά.
Πηγή: epohi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου